Αλάτι είναι η κοινή ονομασία
του χλωριούχου νατρίου (χημικός τύπος NaCl) και είναι βασικό συστατικό της
ανθρώπινης διατροφής.
Το αλάτι είναι πολύ
διαδεδομένο στη φύση. Βρίσκεται διαλυμένο στο νερό της θάλασσας και στο νερό
ορισμένων λιμνών. Επίσης, βρίσκεται σε στερεή κατάσταση μέσα στη γη, όπως π.χ.
στην Πολωνία, στην Αυστρία, στη Γερμανία κλπ (ορυκτό αλάτι ή αλίτης). Η θάλασσα
περιέχει αλάτι σε ποσοστό 2,7 - 3,8%. Σε περιοχές, όπου το κλίμα είναι θερμό,
το ποσοστό αυτό αυξάνεται ενώ μειώνεται σε θάλασσες όπου εκβάλλουν πολλοί
ποταμοί. Το αλάτι είναι απαραίτητο συστατικό κάθε ζωντανού οργανισμού και
παίζει σπουδαίο ρόλο στα βιολογικά φαινόμενα.
Ιστορία και διάδοση
Το αλάτι είναι απαραίτητο για
τον άνθρωπο. Γι' αυτό ήταν γνωστό και χρησιμοποιούνταν από την αρχαία εποχή. Σε
μερικές περιοχές το χρησιμοποιούσαν σαν νόμισμα με το οποίο οι πλούσιοι
πουλούσαν δούλους σε αντάλλαγμα με αλάτι ενώ άλλοι έκαναν τις αγορές και τις
πωλήσεις με κομμάτια αλατιού. Άλλοι λαοί είχαν έλθει σε πόλεμο μεταξύ τους για
να κατακτήσουν εδάφη με αλατούχες πηγές.[εκκρεμεί παραπομπή] Στην αρχή οι
άνθρωποι έπαιρναν το αλάτι από τη θάλασσα, στις αλυκές, με την εξάτμιση του
νερού. Στη Γαλλία και στη Γερμανία βρέθηκαν ύστερα από ανασκαφές αρχαίες
συσκευές με τις οποίες απομόνωναν το αλάτι. Επίσης ήταν γνωστό το ορυκτό αλάτι
(στερεό). Σπουδαία ορυχεία υπήρχαν στη Λιβύη, στην Αραβία, στην Ισπανία και στη
Βοημία.
Η μεγαλύτερη σε έκταση
ορυκτού άλατος που βρίσκεται ελεύθερη στην επιφάνεια της Γης βρίσκεται σε
υψόμετρο 3.500 μ. στη περιοχή Σαλάρ ντε Ουγιούνι, (Salar de Uyuni), στη ΝΑ.
Βολιβία, (20°10′00″S 67°25′00″W). Πρόκειται για ολόλευκη έκταση 12.000 τ.χλμ.
που αποτέλεσε τμήμα της προϊστορικής εκεί λίμνης Λάγκο Μιτσίν, που μετά τη
περίοδο των παγετώνων τα νερά της λίμνης αυτής εξατμίστηκαν αφήνοντας μια
κατάλευκη επιφάνεια άλατος μέγιστου βάθους 10 περίπου μέτρων. Οι ειδικοί
υπολογίζουν το απόθεμα αυτό άλατος σε 10 δισεκατομμύρια τόνους, που όμως δεν
έχει ακόμη τύχει εντατικής εκμετάλλευσης.
Σύσταση και ιδιότητες
Το μαγειρικό αλάτι
αποτελείται κατά 97% με 99% από χλωριούχο νάτριο. Στο εμπόριο το αλάτι
κυκλοφορεί με προσμείξεις, κυρίως ιωδιούχου καλίου (ΚΙ) (επίσης απαραίτητο στη
διατροφή), οπότε έχει γεύση λίγο πικρή και είναι αρκετά υγροσκοπικό. Επίσης
περιέχει αντισυσσωματωτικά, συνήθως πυριτικό αργιλιονάτριο (E554).
Το καθαρό αλάτι είναι σώμα
στερεό, κρυσταλλικό, με ειδικό βάρος 2,165. Τήκεται στους 801° C και βράζει
στους 1413° C. Διαλύεται στο ψυχρό και στο θερμό νερό. Όταν θερμανθούν οι
κρύσταλλοί του ακούγεται ένας χαρακτηριστικός θόρυβος σαν τρίξιμο. Αυτό
οφείλεται στο νερό που συγκρατούσαν οι κρύσταλλοι, το οποίο με τη θέρμανση
εξατμίζεται. Επειδή απορροφά νερό από την ατμόσφαιρα χαρακτηρίζεται ως
υγροσκοπικό. Όταν είναι 100% καθαρό, το αλάτι έχει αλμυρή γεύση και δεν
συγκρατεί υγρασία (δεν είναι υγροσκοπικό).
Το αλάτι έχει την ιδιότητα να
εμποδίζει την ανάπτυξη μικροοργανισμών, γι' αυτό και χρησιμοποιείται για τη
συντήρηση των τροφίμων, των αλίπαστων. Το αλάτι που προέρχεται από τη θάλασσα
θεωρείται ωφελιμότερο από το ορυκτό και χρησιμοποιείται στην καθημερινή
διατροφή του ανθρώπου. Είναι απαραίτητη μια μικρή ποσότητα από αυτό να
λαμβάνεται καθημερινά με τις τροφές. Υπάρχουν, πάντως, περιπτώσεις που
απαγορεύεται εντελώς, όπως σε παθήσεις νεφρών και σε περιπτώσεις υπέρτασης.
Όταν βρίσκεται μέσα στον οργανισμό διευκολύνει την πέψη, ανοίγει την όρεξη,
συντελεί στην έκκριση των γαστρικών υγρών, εμποδίζει τις ζυμώσεις στο στομάχι
και στo έντερo, αποτρέπει τη δυσκοιλιότητα και βοηθάει τον μεταβολισμό των
τροφών που περιέχουν πρωτεΐνες. Είναι, επίσης, ωφέλιμο σε ορισμένες παθολογικές
καταστάσεις, γιατί εμποδίζει την αιμόπτυση, δρα σαν καθαρτικό κλπ. Το αλάτι
συντελεί στην αύξηση του αριθμού των ερυθρών αιμοσφαιρίων και τα βοηθά να
προσλαμβάνουν ευκολότερα το οξυγόνο. Έτσι, το αίμα αποκτά λαμπρότερο χρώμα.
Η κατάχρησή του στη διατροφή
είναι δυνατό να προκαλέσει παθήσεις. Από υπερβολική χρήση του ο άνθρωπος είναι
δυνατό να πάθει έλκος, δυσπεψία ή να καταστρέψει τους νεφρούς του. Για όλα αυτά
επιβάλλεται προσοχή στον καθορισμό της καθημερινά απαιτούμενης ποσότητας. Η
ποσότητα αυτή ποικίλλει ανάλογα με τον οργανισμό, την ηλικία και την γενικότερη
διατροφή.
Εξαγωγή
Κρύσταλλος αλίτη
Το ορυκτό αλάτι (Αλίτης)
εξάγεται και παραλαμβάνεται με εξόρυξη ή με διάλυση. Η πρώτη μέθοδος
εφαρμόζεται όταν τα κοιτάσματα του ορυκτού είναι καθαρά. Όταν περιέχουν ξένες
προσμείξεις εφαρμόζεται η μέθοδος της διάλυσης, δηλαδή τοποθετούνται δύο
σωλήνες από την επιφάνεια της γης μέχρι το βάθος, όπου βρίσκεται το κοίτασμα.
Οι σωλήνες αυτοί είναι συγκεντρωτικοί, επικοινωνούν μεταξύ τους. Από τον ένα
εισάγεται καθαρό νερό. Το νερό μαζί με το διαλυμένο αλάτι από το ορυκτό
ανέρχεται από το δεύτερο σωλήνα με τη βοήθεια αντλίας και το διάλυμα αυτό
υφίσταται αρχικά διήθηση και, στη συνέχεια, εξατμίζεται για να παραληφθεί το
καθαρό προϊόν.
Το αλάτι του θαλασσινού νερού
παραλαμβάνεται ως εξής: Το νερό συγκεντρώνεται σε αβαθείς δεξαμενές, που
λέγονται αλυκές. Εκεί, με τη βοήθεια της ηλιακής θερμότητας και των ανέμων
εξατμίζεται. Στις βόρειες χώρες, όπου δεν χρησιμοποιείται η ηλιακή θερμότητα, η
εργασία γίνεται ως εξής: Το νερό πήζει σε χαμηλή θερμοκρασία, οπότε
αποχωρίζεται καθαρός πάγος και μένει διάλυμα εμπλουτισμένο σε αλάτι. Το διάλυμα
αυτό κατόπιν εξατμίζεται για να παραληφθεί το καθαρό προϊόν.
Καθαρισμός
Συνήθως το αλάτι που εξάγεται
περιέχει ξένες ουσίες, όπως άργιλο, άλατα του μαγνησίου και του ασβεστίου κ.ά.
Μόνο το ορυκτό, που λαμβάνεται με εξόρυξη, είναι δυνατό να χρησιμοποιηθεί
αμέσως, χωρίς άλλες κατεργασίες. Το "ακάθαρτο" ορυκτό αλάτι
παραλαμβάνεται σε διάλυμα. Στο διάλυμα αυτό προστίθενται διάφορες χημικές
ουσίες, με τις οποίες αντιδρούν πολλές ξένες προσμείξεις και καταβυθίζονται υπό
μορφή ιζημάτων, που απομακρύνονται με διήθηση. Στη συνέχεια, ακολουθεί
κλασματική κρυστάλλωση. Το θαλασσινό αλάτι, μετά την παραλαβή του από τις
αλυκές, καθαρίζεται με διαλύματα αλάτων και ύστερα με αλκαλικά διαλύματα. Έτσι,
απαλλάσσεται από τις ξένες ουσίες. Στην συνέχεια ξηραίνεται, κονιοποιείται και
πωλείται στην αγορά ως μαγειρικό αλάτι.
Εφαρμογές
Το αλάτι είναι απαραίτητο
στην καθημερινή διατροφή του ανθρώπου. Όταν προστίθεται στις τροφές, ανοίγει
την όρεξη και τις νοστιμεύει. Επίσης, είναι ένα μέσο για να συντηρηθούν τα
τρόφιμα. Δηλαδή διάφορα προϊόντα, όπως τα ψάρια, το κρέας παστώνονται με αλάτι
για να διατηρηθούν σε καλή κατάσταση και για πολύ χρονικό διάστημα. Η εργασία
αυτή λέγεται αλιπάστωση και τα προϊόντα αλίπαστα. Τα προϊόντα αυτά
προφυλάσσονται έτσι από τη σήψη. Βέβαια με την αλιπάστωση χάνουν ένα μέρος από
τη θρεπτική τους αξία, γιατί καταστρέφονται ορισμένες βιταμίνες που περιέχουν
και γίνονται δύσπεπτα. Σήμερα η αλιπάστωση τείνει να εγκαταλειφθεί, γιατί
υπάρχουν νεότερες μορφές διατήρησης των τροφίμων (κονσερβοποιία, ψύξη κλπ.).
Το αλάτι στο φαγητό είναι
διεγερτικό και τονωτικό. Στην κτηνιατρική χρησιμοποιείται σαν καθαρτικό, σε
δόση λίγων γραμμαρίων. Σε μεγαλύτερες δόσεις έχει θανατηφόρα αποτελέσματα. Ο
άνθρωπος καταναλώνει φυσιολογικά περίπου 5 - 6 κιλά αλατιού ετησίως. Στην
ιατρική χρησιμοποιείται διάλυμα αλατιού 0,9% ως φυσιολογικός ορός, επειδή το
διάλυμα αυτό έχει την ίδια οσμωτική πίεση με το πλάσμα του αίματος. Στη γεωργία
χρησιμοποιείται για τη βελτίωση των καλλιεργειών, αλλά, όταν βρίσκεται σε ποσότητα
μεγαλύτερη του κανονικού, κάνει το έδαφος ξερό και άγονο. Στη βιομηχανία έχει
πολλές εφαρμογές: Χρησιμοποιείται για την παρασκευή του ανθρακικού νατρίου, του
μεταλλικού νατρίου, του καυστικού νατρίου, του χλωρίου, του υδροχλωρίου, της
υδρυάλου, των υποχλωριωδών αλάτων, του θειϊκού νατρίου κλπ. Επίσης,
χρησιμοποιείται στην παρασκευή ψυκτικών μιγμάτων και για την επισμάλτωση
διάφορων κεραμευτικών ειδών. Στη σαπωνοποιία, για την παρασκευή σάπωνος,
προστίθεται μαγειρικό αλάτι στο διάλυμά του και έτσι αυτό αποχωρίζεται
ευκολότερα.
Λαογραφία
Το αλάτι κατέχει σημαντική
θέση στη ζωή των λαών, στις συνήθειες, στη θρησκεία και στις παραδόσεις τους.
Κατά τους αρχαίους Έλληνες συμβολίζει τη φιλία και την αλληλεγγύη. Με αυτό
επισφράγιζαν τις συμφωνίες τους. Επίσης το χρησιμοποιούσαν στις θυσίες και στις
προσφορές τους προς τους θεούς. Έτσι, είχαν τη συνήθεια να σκορπίζουν αλάτι σε
αγρούς που αφιέρωναν στους θεούς τους. Το αλάτι αναφέρεται σε πολλές ελληνικές
παροιμίες: «άλας και τράπεζαν μη παραβαίνειν» «μαζί φάγαμε ψωμί κι αλάτι»,
δηλαδή συνδεθήκαμε στενά, «σε ξένο φαΐ αλάτι μη ρίχνεις», δηλαδή μην
ανακατεύεσαι σε ξένες υποθέσεις, «τον έκανα τ' αλατιού», δηλαδή τον έδειρα.
Επίσης ο Μωσαϊκός Νόμος
θεωρεί το αλάτι σαν σύμβολο και σαν απαραίτητο στοιχείο της προσφοράς προς το
Θεό. Στην Καινή Διαθήκη αναφέρεται: «υμείς εστέ το άλας της γης». Και άλλοι
λαοί, όπως οι Ασσύριοι, οι Πέρσες, χρησιμοποιούσαν το αλάτι στις θρησκευτικές
τους τελετές.
Μέχρι σήμερα έχουν διατηρηθεί
αρκετές προλήψεις σχετικά με το αλάτι. Π.χ. δε δανείζουν αλάτι οι χωρικοί,
γιατί πιστεύουν ότι «ψοφάνε τα ζωντανά». Επίσης αποφεύγουν να χύσουν αλάτι από
την αλατιέρα. Στη Γερμανία θεωρείται ευλογία η ανακάλυψη αλατούχου πηγής.
Από τη Βικιπαίδεια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου