250
γραμ. χαλβά βανίλια, θρυμματισμένο
2
φλιτζάνια ταχίνι
1
½ φλιτζάνι καρύδια, χοντροαλεσμένα
100
γραμ. μπισκότα, χοντροκομμένα
200
γραμ. κουβερτούρα, λιωμένη
2
κουτ. σούπας μέλι
1
βανίλια
2
φλιτζάνια σκόνη κακάο
2
φλιτζάνια φιστίκια Αιγίνης, αλεσμένα
Εκτέλεση
Στο
μπολ του μίξερ βάζουμε το ταχίνι, τα μπισκότα και τα καρύδια και ανακατεύουμε. Προσθέτουμε
το θρυμματισμένο χαλβά και ζυμώνουμε με το χέρι μέχρι να γίνει το μείγμα μας
μια σφικτή ζύμη. Πλάθουμε σε στρογγυλά τρουφάκια, τα απλώνουμε σε μια πιατέλα
και να αφήνουμε για ένα βράδυ στο ψυγείο για να σφίξουν.
Λιώνουμε
σε μπεν μαρί την κουβερτούρα και την ανακατεύουμε
με το μέλι. Βουτάμε τα τρουφάκια στη
κουβερτούρα με το μέλι και στην συνέχεια τα περνάμε σε σκόνη κακάο και μετά τα
πασπαλίζουμε με το τρίμα από φιστίκια Αιγίνης.
Για
την επικάλυψη μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε
εκτός από φιστίκι Αιγίνης, τρούφα σοκολάτα, τρίμμα καρύδας, τρίμμα
φουντουκιού ή αμυγδάλου, ψιλοκομμένα, σκόνη κακάο και ότι άλλο μπορείτε να φανταστείτε. Αν
η ζύμη μας βγει αραιή, προσθέτουμε λίγο ακόμη μπισκότο.
ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ ΚΑΡΑΒΙΑΣ
Ο
χαλβάς είναι δημοφιλές γλύκισμα το οποίο συναντάται σε διάφορες παραλλαγές σε
όλες τις χώρες των Βαλκανίων, αρκετές της Μεσογείου και αρκετές της Μέσης
Ανατολής (μέχρι και την Ινδία και το Πακιστάν). Πρώτες ύλες για το χαλβά είναι
συνήθως κάποια λιπαρή ουσία (βούτυρο, ελαιόλαδο, ηλιέλαιο, ταχίνι), άμυλο
(νισεστές, σιμιγδάλι, ταχίνι, ενώ σε μερικές χώρες χρησιμοποιούν και υλικά όπως
καρότο, ρεβίθι ή παπάγια) και γλυκαντικές ουσίες (ζάχαρη, μέλι, πετιμέζι,
γλυκόζη, χαρουπόμελο). Μέσα στο χαλβά ή σαν διακόσμηση προστίθενται συνήθως
διάφοροι ξηροί καρποί (κυρίως αμύγδαλα, σταφίδες) και αρωματίζεται με μπαχαρικά
(βανίλια, γαρύφαλλα, κανέλα, κάρδαμο, κρόκος), μέλι, κακάο ή σοκολάτα, ξύσμα
ξινών φρούτων ή/και κομματάκια από αυτά, χυμούς φρούτων ή άλλα φυσικά αρωματικά
παρασκευάσματα (ροδόνερο, αφεψήματα λουλουδιών).
Η
ονομασία του φαίνεται να προέρχεται από την αραβική ρίζα حلوى ή hulw (χαλβά)
που σημαίνει γλυκό. Η προφορά της λέξης στις χώρες αυτές είναι περίπου ίδια,
ωστόσο οι παραλλαγές ξεχωρίζονται από την όψη και την υφή. Δεν είναι γνωστό
πότε ακριβώς μπήκε στην Ελλάδα, πιθανολογείται ότι πέρασε στην ελληνική κουζίνα
προς το τέλος του 12ου αιώνα.
Υπάρχουν
πολλών τύπων χαλβάδες, από τους γνωστότερους είναι ο σησαμένιος, ο
σιμιγδαλένιος, ο φαρσαλινός ή παζαριώτικος, παραδοσιακός χαλβάς των Φαρσάλων, ο
περσικός και ο κετέν χαλβάς. Ο χαλβάς με σησάμι είναι νηστίσιμος, ανάλογα,
όμως, με την τήρηση της νηστείας για το λάδι, νηστίσιμοι θεωρούνται και οι
άλλοι δύο τύποι εφόσον έχουν παρασκευαστεί τοιουτοτρόπως.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου