Ελένης Παπαδοπούλου:
Και έτσι ήρθε «Η Ιθάκη στο πιάτο μας»
Συνέντευξη στην Δήμητρα Διαμαντοπούλου
Η αλήθεια είναι ότι όταν η
Ελένη μας, άρχισε να αναφέρει πως σχεδιάζει να γράψει ένα βιβλίο
μαγειρικής, οι φίλες της μειδιάσαμε με
συγκατάβαση. Όχι γιατί είχαμε αμφιβολίες
περί των γνώσεων και των ικανοτήτων της στη μαγειρική ( πάντα ψαχνόταν), αλλά
γιατί γνωρίζοντας τις ικανότητες της στη γραφή, περιμέναμε ότι κάτι άλλο θα της
προκύψει στην διάρκεια των αναζητήσεών της.
Τελικά, αυτό που προέκυψε
είναι ένα, άκρως επιτυχημένο, πείραμα
μίξης γεύσεων της ιδιαίτερης πατρίδας της και της δημοσιογραφικής της ματιάς
για το νησί της και τους ανθρώπους του :Τις μυρωδιές, τις γεύσεις, τον
χαρακτήρα του, τον πολιτισμό που κουβαλά, τα βιώματα της παιδικής και εφηβικής
ηλικίας, τις μνήμες και τα προσωπικά της «χρέη» απέναντί τους… Έτσι μας
παρουσιάστηκε η « Ιθάκη στο πιάτο μας» ή οι «μικρές ιστορίες μαγειρικής»…
ΕΡ Τι ήταν αυτό που σε ώθησε κατ’ αρχήν να γράψεις ένα βιβλίο και μάλιστα
με «Μικρές ιστορίες μαγειρικής» από την
πατρίδα σου την Ιθάκη και όχι κάτι άλλο, ίσως ένα διήγημα ή ένα μυθιστόρημα;
Ε.Π: Ήταν κάτι που προέκυψε αυθόρμητα, συνήθως
αυτά τα πράγματα δεν τα σχεδιάζεις, σου προκύπτουν. Όλη αυτή η όμορφη περιπέτεια, γιατί κάπως
έτσι ξεκίνησε, σαν ταξίδι, άρχισε το καλοκαίρι του 2012 όπου πέρασα αρκετό
καιρό στη νησί μου. Τότε, βίωνα ένα
μεγάλο διάστημα ανεργίας και αποφάσισα ότι αυτόν τον χρόνο θα ήθελα να τον
αξιοποιήσω δημιουργικά κόντρα στην κατάθλιψη που θα μπορούσε να με παρασύρει σε
επικίνδυνες ατραπούς. Έτσι, πήρα την απόφαση
να γράψω ένα βιβλίο που θα με προσδιόριζε και θα ενίσχυε τους δεσμούς
μου με τον τόπο μου και τους ανθρώπους του.
Η αφορμή για τις «Μικρές ιστορίες μαγειρικής», ήρθε όταν πήρα στα χέρια
μου τα συνταγολόγια της μητέρας μου και ένοιωσα ότι ήταν μια μεγάλη κληρονομιά
από εκείνη, που δεν έπρεπε να την αφήσω να πάει χαμένη, γιατί όσοι γνώριζαν την
μητέρα μου την Χαρίκλεια, ήξεραν ότι ήταν μια από τις καλύτερες μαγείρισσες της
Ιθάκης. Άρχισα να τα ξεφυλλίζω και παράλληλα να ανασύρω από την μνήμη μου
γεύσεις και εικόνες. Εικόνες από την καθημερινότητα των παιδικών μου χρόνων,
όπου το μεσημεριανό φαγητό για την οικογένειά μου ήταν μια πραγματική
ιεροτελεστία. Το σπίτι μόνιμα ξεχείλιζε από
λεπτές γαργαλιστικές μυρωδιές που σου έσπαγαν τη μύτη, το τραπέζι με τα
λουλούδια στη μέση στρωμένο στην εντέλεια, το φαγητό ζεστό, έτοιμο στις μία
ακριβώς. Αυτές οι μνήμες, ήταν και το πρώτο μου υλικό και έμελλε να δω πώς θα
το αξιοποιήσω.
ΕΡ: Και πώς άρχισε η σκέψη να γίνεται πράξη, με
δεδομένο ότι λόγω της δημοσιογραφικής σου ιδιότητας, το βιβλίο είναι «ζωντανό»,
τοπικές συνταγές διανθισμένες με διηγήσεις και προσωπικά βιώματα, μια καθαρά
λογοτεχνική χροιά.
Ε.Π: Δεν θα
μπορούσε να είναι διαφορετικό, γιατί στόχος μου δεν ήταν απλά να καταγράψω και
να αναπαράγω συνταγές και μόνο. Δεν πρόκειται δηλαδή για έναν απλό οδηγό
μαγειρικής. Είναι ένα πιο σύνθετο πράγμα, γιατί οι «ήρωες» του βιβλίου, είναι
συντοπίτες μου, παλιές και νέες νοικοκυρές αλλά και άνδρες του νησιού που
αγαπούν να μαγειρεύουν, γιατί η μαγειρική δεν είναι γυναικεία υπόθεση πλέον. Οι
άνθρωποι αυτοί πρωταγωνιστούν σε κάθε σελίδα του, μας έβαλαν στα σπίτια τους
και στις κουζίνες τους και τους ευχαριστώ πολύ γι αυτό και μας δίδαξαν τα
μυστικά της κουζίνας της Ιθάκης αλλά και φαγητών που μαγειρεύουν για τις
οικογένειές τους που δεν είναι αμιγώς ντόπια υπόθεση. Γιατί η κουζίνα της Ιθάκης είναι κυρίως σπιτική και
παραδοσιακή με αρκετές όμως ξένες επιρροές από την Ιταλική και ευρωπαϊκή
κουζίνα λόγω της μακράς ενετικής και αγγλικής κατοχής που χάνεται στα βάθη των
αιώνων, ένα εξαίρετο δείγμα μεσογειακής διατροφής.
Έτσι, αφού είχα στο μυαλό μου
το σκαρίφημα που θα ακολουθούσα, τον Νοέμβρη
του 2012, ταξίδεψα για μια ακόμα
φορά στην Ιθάκη με μοναδικό σκοπό τούτη τη φορά τη συλλογή του ζωντανού υλικού,
του ρεπορτάζ μου, για το βασικό στήσιμο
του βιβλίου. Συνταξιδιώτης μου στην μοναδική αυτή περιπέτεια, η αγαπημένη φίλη
και συνάδελφος Πέλυ Μπεβούδα, την οποία ευχαριστώ ιδιαίτερα γιατί μαζί ζήσαμε
αυτήν την συγκλονιστική και γοητευτική εμπειρία περιδιαβαίνοντας τις κουζίνες
της Θιακιάς νοικοκυράς.
ΕΡ: Πως ένοιωσες όταν πήρες στα χέρια σου το πρώτο σου
βιβλίο από το τυπογραφείο;
Ε.Π: Είναι
ένα συναίσθημα που δύσκολα περιγράφεται. Συγκίνηση, πληρότητα, σαν να κρατάω
στα χέρια μου κάτι πολύτιμο, ένα κομμάτι του εαυτού μου. Άλλωστε αυτή ήταν και
η πρώτη ίσως φορά που έβαλα ένα στόχο και τον υλοποίησα, τον έφτασα μέχρι το
τέλος. Ένα ταξίδι που είχε πράγματι προορισμό, ίσως γιατί η Ιθάκη όπως λέει κι
ο ποιητής, μου έδωσε το ωραίο ταξίδι. Παράλληλα ένοιωσα ότι βγάζω ένα χρέος
απέναντι στους γονείς μου που τους αφιερώνω με αγάπη αυτό το βιβλίο, ελπίζω να
το εισπράξουν εκεί που βρίσκονται. Κυρίως απέναντι στην μητέρα μου που τα τρία
τελευταία χρόνια της ζωής της τα πέρασε για λόγους υγείας στον Πύργο,
νοιώθοντας όπως η ίδια έλεγε ξενιτεμένη. Ραγίζει η καρδιά μου όταν την θυμάμαι
στο μπαλκόνι του σπιτιού να σιγοτραγουδά το «ξενιτεμένο μου πουλί». Με τούτο το
βιβλίο, νοιώθω ότι τώρα έβγαλα πραγματικά το χρέος μου απέναντί της
και όχι όταν την γύρισα στο σπίτι της και την πέρασα από το πόρτο για να
βασιλέψει η ψυχή της.
ΕΡ: Υπήρξαν άνθρωποι που πίστεψαν από την αρχή σ’ αυτό
σου το εγχείρημα και σε στήριξαν;
Ε.Π:
Εννοείται! Η οικογένειά μου, τα παιδιά μου, πολύτιμοι φίλοι που πίστεψαν σε
μένα ακόμα και σε στιγμές που υπήρξαν εμπόδια στην έκδοσή του βιβλίου, κυρίως
οικονομικά γιατί οι εποχές είναι τόσο δύσκολες που αποτρέπουν τέτοια
εγχειρήματα και έβαλαν πλάτη και προσωπική δουλειά αφιλοκερδώς και που
συνεχίζουν να με στηρίζουν. Ξέρουν αυτοί και τους ευχαριστώ μέσα από την καρδιά
μου. Επίσης θέλω να ευχαριστήσω την Ένωση Συντακτών Ημερήσιων Εφημερίδων
Πελοποννήσου - Ηπείρου και Νήσων της οποίας είμαι μέλος, για την υποστήριξη,
αφού η συμβολή της ήταν καθοριστική.
ΕΡ: Ποια από τις συνταγές του βιβλίου ξεχωρίζεις και
γιατί;
ΕΠ: Είναι αρκετές, κυρίως
αυτές που αφορούν παραδοσιακά φαγητά του τόπου μου, όπως για παράδειγμα το
σοφιγάδο, τα μπουρμπουρέλια, το σαβόρο, την ντόπια ροβανή μας (γλυκό με ρύζι
και μέλι) και φυσικά την κρεατόπιτα της μητέρας μου με το φρέσκο σάψιχο που
είναι ένα μυρωδικό, ποικιλία ματζουράνας που φύεται στην Ιθάκη.
ΕΡ: Και η κλασική ερώτηση. Εσύ μαγειρεύεις, ή απλά
καταγράφεις και μας συστήνεις:
ΕΠ: Θεωρώ
πως μαγειρεύω καλά, νομίζω πως κληρονόμησα το ταλέντο της μάνας μου στην
κουζίνα γιατί η μαγειρική είναι δημιουργία και ως τέτοια την βλέπω. Έχω άλλωστε
διαπιστώσει πως είμαστε ότι τρώμε, δηλαδή αν φτιάξεις ένα φαγητό με κακή
διάθεση, σίγουρα θα είναι χάλια και δεν θα τρώγεται. Το βασικό λοιπόν συστατικό
πέρα από τα καλά υλικά, είναι ό,τι κάνεις, να το κάνεις με αγάπη. Απλώς εμένα
μου αρέσει να «πειράζω» τις συνταγές και να συμπληρώνω πράγματα, να τις κάνω
δικές μου.
http://www.eproini.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου