Το
Κάρδαμο ή Καρδάμωμο ή το Κακουλέ, είναι μπαχαρικό που προέρχεται από τους
σπόρους διαφόρων φυτών του γένους Elettaria cardamomum και Amomum στην
οικογένεια Ζιγγιβεροειδών (Zingiberaceae). Και τα δύο γένη είναι εγγενή στην
Ινδία, το Πακιστάν, το Νεπάλ, το Μπουτάν και αναγνωρίζονται από τους μικρούς
λοβούς του σπόρου, τριγωνικοί στη διατομή και σχήματος ατράκτου, με ένα λεπτό
χαρτώδες εξωτερικό κέλυφος και μικρά μαύρα κουκούτσια (στο εσωτερικό τους).
Τύποι και διανομή
Υπάρχουν
δύο κύριοι τύποι κάρδαμου:
Το
γνήσιο ή πράσινο κάρδαμο (ή όταν λευκανθεί, το λευκό κάρδαμο που προέρχεται από
το είδος Elettaria cardamomum και διανέμεται από την Ινδία στη Μαλαισία.
Το
μαύρο κάρδαμο, επίσης γνωστό ως καφέ, μεγαλύτερο, μακρύτερο ή το κάρδαμο του
Νεπάλ, που προέρχεται από δύο είδη, το Amomum costatum και το Amomum subulatum,
τα οποία διανέμονται κυρίως στην Ασία και την Αυστραλία.
Οι
δύο τύποι καρδάμου, καρδάμωμον και ἄμωμον, διακρίθηκαν στο τέταρτο π.Χ. αιώνα
από τον Έλληνα πατέρα της Βοτανικής, Θεόφραστο. Ορισμένοι από τους άγνωστους
πληροφοριοδότες του, του είπαν ότι αυτές οι ποικιλίες, ήρθαν στην Ελλάδα από
την γη των Μήδων στη βόρεια Περσία, ενώ άλλοι γνώριζαν ότι αρχικά ήρθε από την
Ινδία.
Χρήσεις
Και
οι δύο μορφές του κάρδαμου χρησιμοποιούνται ως αρτύματα και καρυκεύματα στη
μαγειρική, τόσο στα τρόφιμα όσο και στα ποτά καθώς και ως φάρμακο. Το Ε.
cardamomum (πράσινο κάρδαμο) χρησιμοποιείται ως μπαχαρικό, ως μασητικό (σ.σ.
σαν τσίχλα) και στην ιατρική· μερικές φορές επίσης, ως καπνιστό (σ.σ. σαν
τσιγάρο).
Το
πράσινο κάρδαμο μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί και ως συστατικό του μπαχαράτ.
Οι
φυλές στη Νότιο Αφρική, το χρησιμοποιούν ως σωματικό βοήθημα, για τους ασθενείς
και σαν θυσία προς τους θεούς τους.
Στη
Ελλάδα, χρησιμοποιείται συνήθως στις βασιλόπιτες την Πρωτοχρονιά.
Τρόφιμα και ποτά
Εκτός
από τη χρήση του ως αρωματική ουσία και μπαχαρικό στα τρόφιμα, το αρωματισμένο
με κάρδαμο τσάι, επίσης αρωματισμένο με κανέλα, καταναλώνεται στο Μπανγκλαντές,
την Ινδία και το Πακιστάν, ως ένα ζεστό ρόφημα.
Το
κάρδαμο έχει μια ισχυρή, μοναδική γεύση, με έντονα αρωματικό, ρητινώδες άρωμα.
Το μαύρο κάρδαμο έχει ένα σαφώς πιο καπνιστό, αν και δεν είναι πικρό, άρωμα, με
μια δροσιά που ορισμένοι θεωρούν παρόμοιο με τη μέντα.
Το
πράσινο κάρδαμο είναι ένα από τα πιο ακριβά μπαχαρικά κατά βάρος, αλλά λίγα
είναι αναγκαία για να προσδώσουν γεύση. Αποθηκεύεται καλύτερα στη μορφή λοβού
(pod) και τούτο διότι μόλις οι σπόροι εκτεθούν ή τριφτούν, χάνουν γρήγορα τη
γεύση τους. Η άλεση των λοβών και των σπόρων μαζί, μειώνει τόσο την ποιότητα
όσο και την τιμή τους. Για συνταγές που απαιτούν ολόκληρους λοβούς κάρδαμου,
ένα γενικά αποδεκτό ισοδύναμο είναι ότι 10 λοβοί ισούνται με 1½ κουταλάκια του
γλυκού τριμμένου κάρδαμου.
Είναι
ένα κοινό συστατικό στην Ινδική μαγειρική και χρησιμοποιείται συχνά στο ψήσιμο
στις Σκανδιναβικές χώρες, ιδίως στη Σουηδία και τη Φινλανδία, όπου
χρησιμοποιείται σε παραδοσιακά εδέσματα, όπως στο Φινλανδικό γλυκό ψωμί (pulla)
και στο Σκανδιναβικό ψωμί των Χριστουγέννων (Julekake). Στη Μέση Ανατολή, η
σκόνη πράσινου κάρδαμου χρησιμοποιείται ως καρύκευμα για τα γλυκά πιάτα, καθώς
και σε παραδοσιακά αρτύματα στον καφέ και το τσάι. Το κάρδαμο χρησιμοποιείται
σε ευρεία έκταση και σε αλμυρά πιάτα. Σε ορισμένες χώρες της Μέσης Ανατολής, ο
καφές και το κάρδαμο συχνά αλέθονται με ένα ξύλινο γουδί, ένα mihbaj και
μαγειρεύονται μαζί σε μια κατσαρόλα, μια mehmas, πάνω από ξύλα ή φυσικό αέριο,
για την παραγωγή μειγμάτων έως και 40% κάρδαμου. Στην Ασία και οι δύο τύποι
κάρδαμου χρησιμοποιούνται ευρέως και στα γλυκά και αλμυρά πιάτα, ιδιαίτερα στο
νότο. Και οι δύο (τύποι) είναι συχνά συστατικά σε μείγματα μπαχαρικών, όπως στα
masala (μείγμα μπαχαρικών) της Ινδίας, του Νεπάλ και ταϊλανδικά αλείμματα κάρι.
Το πράσινο κάρδαμο χρησιμοποιείται συχνά στα παραδοσιακά Ινδικά γλυκά και στο
masala chai (καρυκευμένο τσάι). Και οι δύο (τύποι) επίσης, χρησιμοποιούνται
συχνά ως γαρνιτούρα στο ρύζι μπασμάτι και άλλα πιάτα. Μεμονωμένοι σπόροι ενίοτε
μασώνται και χρησιμοποιούνται με τον ίδιο τρόπο όπως και τσίχλες.
Χρησιμοποιείται ακόμη και από τον γίγαντα της ζαχαροπλαστικής Wrigley· στη
συσκευασία του "Eclipse Breeze Exotic Mint", υποδεικνύει ότι περιέχει
"κάρδαμο για να εξουδετερώνει τις πιο δύσκολες οσμές ανάσας". Είναι
γνωστό ότι έχει χρησιμοποιηθεί στην κατασκευή του τζιν και αφεψημάτων.
Παραδοσιακή ιατρική
Αιθέριο
έλαιο κάρδαμου (E. cardamomum) σε διαφανές γυάλινο φιαλίδιο.
Το
λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. Μπορείτε να
βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση.
Το
πράσινο κάρδαμο χρησιμοποιείται ευρέως στη Νότια Ασία για τη θεραπεία των
λοιμώξεων στα δόντια και τα ούλα, για την πρόληψη και τη θεραπεία προβλημάτων
του λαιμού, τη συμφόρηση των πνευμόνων και την πνευμονική φυματίωση, την
φλεγμονή των βλεφάρων και τις πεπτικές διαταραχές. Επίσης χρησιμοποιείται για
να διαλύσει τις πέτρες, στους νεφρούς και στη χοληδόχο κύστη και φέρεται να
χρησιμοποιείται ως αντίδοτο, για τα δηλητήρια τόσο του φιδιού όσο και του
σκορπιού.Το amomum χρησιμοποιείται ως μπαχαρικό και ως συστατικό στην
παραδοσιακή ιατρική στα συστήματα της παραδοσιακής Κινεζικής ιατρικής στην
Κίνα, στην Αγιουρβέδα στην Ινδία, το Πακιστάν, την Ιαπωνία, την Κορέα, το Νεπάλ
και το Βιετνάμ. Μεταξύ άλλων ειδών, ποικιλιών και καλλιεργειών, Amomum villosum
που καλλιεργείται στην Κίνα, το Λάος, το Βιετνάμ και χρησιμοποιείται στην
παραδοσιακή Κινεζική ιατρική για την αντιμετώπιση των στομαχικών προβλημάτων,
τη δυσκοιλιότητα, τη δυσεντερία και άλλα προβλήματα πέψης. Το Tsaoko κάρδαμο,
Amomum tsao-ko, καλλιεργείται στο Γιουνάν και το βορειοδυτικό Βιετνάμ, τόσο για
ιατρικούς σκοπούς όσο και ως μπαχαρικό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου